Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Τι χρωστάνε εκδότες και καναλάρχες στα δημόσια ταμεία;


Η συντριπτική πλειοψηφία των ΜΜΕ έχει ταχθεί υπέρ των αλλεπάλληλων Μνημονίων, στην καλύτερη περίπτωση χαρακτηρίζοντάς τα αναπόφευκτο κακό. Με τόσα που χρωστάμε, λένε, θα χρεοκοπήσουμε αμέσως, αν δεν μας δανείσουν οι ξένοι. Όσο για το τσεκούρωμα μισθών και συντάξεων, προσθέτουν, είναι μεν δυσάρεστο αλλά δεν υπάρχει άλλη διέξοδος, αν θέλουμε να πάρουμε τις δόσεις μας.
Είναι λυπηρό να πονάει τόσο πολύ η καρδιά εκδοτών και καναλαρχών γι’ αυτές τις αδικίες. Ίσως, μάλιστα, αυτός είναι ο λόγος που τους κάνει να λησμονούν – χωρίς να το θέλουν, φυσικά – τις μαύρες τρύπες οι οποίες υπάρχουν στις συναλλαγές τους με τα δημόσια ταμεία. Ανοίγματα ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ που, αν μη τι άλλο, θα μπορούσαν να γλιτώσουν μερικούς χαμηλοσυνταξιούχους από την απόλυτη φτώχεια και εξαθλίωση.
Ας θυμηθούμε, καταρχάς, τη διαδικασία δημοπράτησης των ψηφιακών συχνοτήτων και τη χορήγηση των ψηφιακών τηλεοπτικών αδειών πανελλαδικής εμβέλειας. Πρόκειται για μια διαδικασία η οποία εκτιμάται ότι θα απέφερε έσοδα της τάξης των 400 εκατομμυρίων – δηλαδή, περισσότερα από τα πολυσυζητημένα 325 εκατ. των περικοπών που αναζητούνταν… εναγωνίως πριν από την τελευταία συμφωνία του Eurogroup. Μόνο που, ξαφνικά, η κυβέρνηση αποφάσισε να παραπέμψει το θέμα στις ελληνικές καλένδες – προς μεγάλη λύπη, βεβαίως, των αφεντικών των ΜΜΕ, που ήταν έτοιμα να βάλουν το χέρι στην τσέπη για να ελαφρώσουν τους φτωχότερους συμπολίτες μας. Και μέχρι να γίνει η περιβόητη δημοπράτηση συχνοτήτων, οι ιδιοκτήτες των ιδιωτικών καναλιών πληρώνουν το «υπερβολικό» ποσό του 0,1% (!) του ετήσιου τζίρου τους για την κατοχή τη δημόσιας περιουσίας-σύμφωνα με το Σύνταγμα- των συχνοτήτων.
Μετά μας έρχεται στο μυαλό ο λεγόμενος Ειδικός φόρος τηλεόρασης – δηλαδή, η φορολόγηση κατά 20% των τηλεοπτικών διαφημίσεων. Το μέτρο αυτό είχε προϋπολογισθεί πως θα έφερνε έσοδα 80 εκατομμυρίων για το 2012. Με πεσμένη τη διαφήμιση σε όλα τα Μέσα. Όμως, ως εκ θαύματος, και σε αυτή την περίπτωση αποφασίστηκε το πάγωμα της ισχύος, μέχρι νεοτέρας.
Ας έρθουμε, στη συνέχεια, στα χρωστούμενα από ασφαλιστικές εισφορές, φόρο και ΦΠΑ. Υπάρχει, αλήθεια, κάποιος που να είναι σε θέση να υπολογίσει το ύψος αυτών των ποσών; Όσο κι αν ψάξαμε, ακριβές νούμερο δεν μπορέσαμε να βρούμε. Όμως, αν κρίνουμε από το γεγονός ότι ορισμένοι μικρομεσαίοι του κλάδου – οι οποίοι διώκονται ήδη δικαστικά – οφείλουν αρκετές δεκάδες εκατομμύρια, μπορούμε ευλόγως να συμπεράνουμε ότι το συνολικό ποσό που εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία ανέρχεται σε πολλαπλάσιο αριθμό.
Υπάρχουν, βεβαίως, και ορισμένες παράπλευρες οφειλές, οι οποίες δεν είναι ευκαταφρόνητες. Οφειλές που προκύπτουν, για παράδειγμα, από τις παράλληλες δραστηριότητες ορισμένων εκδοτών στα λεγόμενα μεγάλα έργα του δημοσίου, οι οποίες τόσα χρόνια ευημερούν με τη βοήθεια των Μέσων που ελέγχουν εκδότες και καναλάρχες.
Μαθαίνουμε, για παράδειγμα ότι η ελληνική κυβέρνηση ζητά από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να ακυρώσει απόφαση της Κομισιόν με την οποία υποχρεώνεται το Καζίνο της Πάρνηθας (το οποίο εν μέρει ανήκει σε γνωστή εκδοτική οικογένεια) να επιστρέψει στο δημόσιο 200 εκατ. ευρώ, τα οποία έχουν χαρακτηριστεί ως έμμεση κρατική επιδότηση. Και σαν να μην έφτανε αυτό, μέχρι να λυθεί η «εκκρεμότητα» με την Κομισιόν, δεν μπορεί να προχωρήσει η εξαγγελθείσα ιδιωτικοποίηση. Η οποία έχει υπολογιστεί και έχει συμφωνηθεί με τους «επιτρόπους» της Τρόικας, να αποφέρει ένα σεβαστό ποσό στα δημόσια ταμεία – αφήστε τα πρόστιμα που μπορεί τελικώς να επιβληθούν.
Θα μπορούσε κανείς να αναφέρει πολλά ακόμη παραδείγματα «εισφοροδιαφυγής», το άθροισμα των οποίων θα προκαλέσει τουλάχιστον έκπληξη, αν όχι οργή. Τα παραπάνω νούμερα ωστόσο αρκούν, νομίζουμε, για να πείσουν ότι εάν τα αφεντικά των ΜΜΕ έδιναν αυτά που χρωστούσαν τότε, ενδεχομένως, για τους επόμενους μήνες να μην χρειαζόταν μισθωτοί και συνταξιούχοι να βάλουν κι άλλο το χέρι στην τσέπη.
Για να μην μιλήσουμε για τους εργαζόμενους στα ΜΜΕ, που τους έχουν τσακίσει σε απολύσεις και περικοπές μισθών…

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2012

Ισχυρό το ρεύμα αντίστασης και ανατροπής - o αγώνας συνεχίζεται και κλιμακώνεται


Στις 30 και 31 Ιανουαρίου, πολλές εκατοντάδες συνάδελφοι έδωσαν συνέχεια με την ψήφο τους στη δυναμική συνέλευση του Κάραβελ. Αψηφώντας το κλίμα εκβιασμών και απειλών που έχει εξαπολύσει το εργοδοτικό στρατόπεδο, έστειλαν σαφές μήνυμα υπέρ της κλιμάκωσης των αγώνων και της απεργιακής κινητοποίησης διαρκείας – για τη δουλειά τους, τη ζωή τους, τα δικαιώματά τους, την αντικειμενική ενημέρωση.
Το αποτέλεσμα δεν χωρά λαθροχειρίες και παρερμηνείες: το μπλοκ του αγώνα βγήκε ενισχυμένο και πλειοψηφικό από τις κάλπες. Κι αυτό, παρά την απόφαση των δυνάμεων του ΠΑΜΕ στην ΕΣΗΕΑ να διασπάσουν το αγωνιστικό μέτωπο για την απεργία διαρκείας και να κατεβάσουν μια στενά παραταξιακή τρίτη πρόταση –επιλογή που αντικειμενικά ενίσχυσε τις δυνάμεις του εργοδοτικού συνδικαλισμού και τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ, καθώς απέτρεψε την κατάκτηση της αναγκαίας απόλυτης πλειοψηφίας. Το ΠΑΜΕ, καθώς και κάποιες άλλες δυνάμεις που έκαναν αντίστοιχες επιλογές, οφείλουν να βγάλουν τα συμπεράσματά τους, να κατανοήσουν ότι ο πόλεμος συνεχίζεται και να πάψουν να γυρνούν την πλάτη στους αγωνιστές.
Όσο για την πρόταση που εξέφρασε την τάση της υποταγής και του συμβιβασμού, ας μην επιχαίρει για την πρώτη θέση. Όχι απλώς είναι μειοψηφική, αλλά και θα χάνει διαρκώς έδαφος, όσο η επίθεση σε βάρος των εργαζομένων θα γίνεται πιο βίαιη και θα διαλύονται οι αυταπάτες όσων, για διάφορους λόγους, επέλεξαν να συνταχθούν με τις μαριονέτες της εργοδοσίας και της τρικομματικής κυβέρνησης. Η τεράστια κινητοποίηση του εργοδοτικού μηχανισμού δεν στάθηκε ικανή να δώσει στους εμπνευστές της συγκεκριμένης πρότασης μια καθαρή νίκη, όπως ήλπιζαν.
Είναι προφανές ότι η επόμενη μέρα θα βρει το εργοδοτικό στρατόπεδο να αντεπιτίθεται και την συνδικαλιστική γραφειοκρατία να προσπαθεί με κάθε τρόπο να αποφύγει την «καυτή πατάτα» των αγώνων. Ωστόσο, το αποτέλεσμα του «δημοψηφίσματος» έδειξε ότι δεν κάνουν πια μόνοι τους παιχνίδι.
Ένα ελπιδοφόρο ρεύμα έχει ήδη γεννηθεί και φιλοδοξεί να διαδραματίσει τον δικό του, ιδιαίτερο ρόλο στον σκληρό και μακρόχρονο αγώνα που έχει ξεκινήσει, σε όλη την ελληνική κοινωνία, με στόχο την ανατροπή των μνημονίων κυβέρνησης-τρόικας-εργοδοτών, καθώς και όσων τα στηρίζουν και τα εφαρμόζουν. Το ζητούμενο είναι η ανεξάρτητη αγωνιστική του συμπόρευση και η συγκρότηση «από τα κάτω», μέσα στη βάση των μαχόμενων δημοσιογράφων και εργαζόμενων στα ΜΜΕ.